Έχοντας απολαύσει τα δύο προηγούμενα μυθιστορήματα του Νίκου Παναγιωτόπουλου, το Γονίδιο της αμφιβολίας και την Αγιογραφία, ανυπομονούσα να πέσει στα χέρια μου το πιο πρόσφατό του, Τα παιδιά του Κάιν (εκδόσεις Μεταίχμιο). Με μεγάλη χαρά είδα πως η Βιβλιοθήκη του Δίαυλου (Κέντρο Πληροφόρησης Νέων του Δήμου Βόλου) είχε προμηθευτεί μια σειρά καινούργιων βιβλίων, μεταξύ των οποίων και το συγκεκριμένο.
Τα παιδιά του Κάιν είναι η ιστορία μιας παρέας νεαρών που το 1979 έκαναν τις καλοκαιρινές διακοπές τους στη Λευκάδα - δεν κατονομάζεται αλλά εκεί παραπέμπουν οι παραλίες Κάθισμα και Μύλος. Τριάντα χρόνια μετά, η ίδια ομάδα συγκεντρώνεται στο ίδιο μέρος με πρωτοβουλία ενός από αυτούς. Γιατί άραγε; Για να αποτίσουν φόρο τιμής στη χαμένη τους εφηβεία; Για να μπορέσουν κάποιοι απ' αυτούς να επιβεβαιώσουν στα μάτια των άλλων την "επιτυχημένη" τους πορεία στη ζωή; Για να ξεκαθαρίσουν κάποιους λογαριασμούς τους με το παρελθόν; Για όλα αυτά μαζί; Δεν διευκρινίζεται. Το γεγονός είναι ότι ένας από τα μέλη της παρέας, ο Χρήστος, πέφτει από έναν βράχο στη θάλασσα με ανεξήγητο τρόπο και για ανεξήγητους λόγους. Η τοπική αστυνομία, μαζί με το μυθιστόρημα, αναζητά τις αιτίες. Παράλληλα, γνωρίζουμε την υπόλοιπη "πανίδα" του Καινούργιου (του μικρού χωριού που γύρω του εξελίσσεται η αφήγηση) : την ομάδα των σεμιναρίων κινηματογράφου που διοργανώνει ο Πέτρος (αυτός που έχει συγκαλέσει την παρέα στο ιδιότυπο reunion), τους ανθρώπους που εργάζονται στην ταβέρνα του Τέτση, το "φρικιό" Θανάση, το παράξενο δίδυμο του κτίστη Γκουρογιάννη και της Σουηδέζας Βίβιαν-Βιβής, και διάφορους άλλους.
Το μυθιστόρημα αναπτύσσεται μέσα από μικρές ιστορίες που αφορούν τα πρόσωπα που κινούνται γύρω και μέσα στον αφηγηματικό πυρήνα. Τα λογοπαίγνια, η ειρωνεία, οι θεωρίες περί αφήγησης, οι λογοτεχνικές αναφορές, οι λίστες τραγουδιών και πολλά άλλα αποτελούν το γοητευτικό υλικό με το οποίο στήνεται ο καμβάς ή, αν προτιμάτε, το παζλ της ιστορίας. Ο Ν.Π. μάς δίνει θραύσματα από την προσωπική ζωή των ηρώων του και μας καλεί να συμπληρώσουμε με τη φαντασία μας ό,τι λείπει. Σιγά-σιγά αρχίζει να σχηματίζεται ένα πλαίσιο, να φαίνεται το πρώτο σκαρίφημα μιας εικόνας. Το πρόβλημα είναι πως δεν αποκτούμε ποτέ μια συνεκτική εικόνα του τι συμβαίνει. Όσο προχωράει το μυθιστόρημα, οι απορίες μάλλον πληθαίνουν παρά λύνονται.
Να παραθέσω εδώ μια άποψη για την αφήγηση - του Αμερικάνου Λούις που διδάσκει στα σεμινάρια κινηματογράφου - που υπάρχει στη σελίδα 87 και να υποθέσω πως ο συγγραφέας τη συμμερίζεται:
"Έρχομαι να σε πείσω να εμπιστευτείς ξανά τον μύθο.(...) Εννοώ τις πράξεις του ήρωα, τις επιλογές του, στη διαδρομή του από την ευτυχία στη δυστυχία κι ανάποδα. Πράξεις κι επιλογές που διαδέχονται η μία την άλλη επειδή έτσι είναι φυσικό να γίνει ή αναγκαίο. Πράξεις κι επιλογές που οδηγούν αναπόφευκτα από την ευτυχία στη δυστυχία ή ανάποδα, κι όλα αυτά αντίθετα προς την προσδοκία μας..."
Όμως τίποτα από αυτό το "αναπόφευκτο, το "αναγκαίο" δεν είδα στα Παιδιά του Κάιν. Ούτε να "οδηγούνται" κάπου. Τα δευτερεύοντα στοιχεία, οι αφηγήσεις ποτέ δεν συγκλίνουν σε ένα κεντρικό σημείο ώστε να βοηθούν τον αναγνώστη να απαντήσει στα πολλά "γιατί" που τίθενται. Η αναγνωστική μου πυξίδα αδυνατούσε να βρει τον βορρά. Επιπλέον, οι χαρακτήρες μοιάζουν ανολοκλήρωτοι. Μερικές φορές είχα την εντύπωση πως μου ήταν πιο οικείοι ο Γκουρογιάννης, η Βίβιαν-Βιβή, ο Λούις ή ο Ντικ - όλοι δευτερεύοντες χαρακτήρες - απ' όσο η Σοφία, ο Πέτρος (παρά το "ξέσπασμά" του στις σελ. 341-343), ο Χρήστος (είναι ο "αποτυχημένος" της παρέας;), η Αντιγόνη, η Ειρήνη (ποια Ειρήνη;), ο Σάκης (ποιος Σάκης;) - τα μέλη της παρέας.
Αν το κεντρικό θέμα του Νίκου Παναγιωτόπουλου είναι η κρίση αξιών που διαπερνά τη σημερινή ελληνική κοινωνία, νομίζω πως ποτέ δεν καταφέρνει να τη φέρει στο προσκήνιο. Όχι σαν ντεκόρ κι υπόβαθρο της ιστορίας - αυτό έτσι κι αλλιώς γίνεται - αλλά σαν μοχλό που συν-κινεί τις πράξεις των ηρώων. Αναρωτιέμαι ποια είναι τα κίνητρα των συγκεκριμένων ηρώων αν αφαιρέσουμε αυτό... Τελικά. ίσως αποδεικνύεται πολύ πιο δύσκολο να γραφτεί ένα μυθιστόρημα για το οικείο σήμερα παρά για το παρελθόν ή το μέλλον.
Τα παιδιά του Κάιν είναι η ιστορία μιας παρέας νεαρών που το 1979 έκαναν τις καλοκαιρινές διακοπές τους στη Λευκάδα - δεν κατονομάζεται αλλά εκεί παραπέμπουν οι παραλίες Κάθισμα και Μύλος. Τριάντα χρόνια μετά, η ίδια ομάδα συγκεντρώνεται στο ίδιο μέρος με πρωτοβουλία ενός από αυτούς. Γιατί άραγε; Για να αποτίσουν φόρο τιμής στη χαμένη τους εφηβεία; Για να μπορέσουν κάποιοι απ' αυτούς να επιβεβαιώσουν στα μάτια των άλλων την "επιτυχημένη" τους πορεία στη ζωή; Για να ξεκαθαρίσουν κάποιους λογαριασμούς τους με το παρελθόν; Για όλα αυτά μαζί; Δεν διευκρινίζεται. Το γεγονός είναι ότι ένας από τα μέλη της παρέας, ο Χρήστος, πέφτει από έναν βράχο στη θάλασσα με ανεξήγητο τρόπο και για ανεξήγητους λόγους. Η τοπική αστυνομία, μαζί με το μυθιστόρημα, αναζητά τις αιτίες. Παράλληλα, γνωρίζουμε την υπόλοιπη "πανίδα" του Καινούργιου (του μικρού χωριού που γύρω του εξελίσσεται η αφήγηση) : την ομάδα των σεμιναρίων κινηματογράφου που διοργανώνει ο Πέτρος (αυτός που έχει συγκαλέσει την παρέα στο ιδιότυπο reunion), τους ανθρώπους που εργάζονται στην ταβέρνα του Τέτση, το "φρικιό" Θανάση, το παράξενο δίδυμο του κτίστη Γκουρογιάννη και της Σουηδέζας Βίβιαν-Βιβής, και διάφορους άλλους.
Το μυθιστόρημα αναπτύσσεται μέσα από μικρές ιστορίες που αφορούν τα πρόσωπα που κινούνται γύρω και μέσα στον αφηγηματικό πυρήνα. Τα λογοπαίγνια, η ειρωνεία, οι θεωρίες περί αφήγησης, οι λογοτεχνικές αναφορές, οι λίστες τραγουδιών και πολλά άλλα αποτελούν το γοητευτικό υλικό με το οποίο στήνεται ο καμβάς ή, αν προτιμάτε, το παζλ της ιστορίας. Ο Ν.Π. μάς δίνει θραύσματα από την προσωπική ζωή των ηρώων του και μας καλεί να συμπληρώσουμε με τη φαντασία μας ό,τι λείπει. Σιγά-σιγά αρχίζει να σχηματίζεται ένα πλαίσιο, να φαίνεται το πρώτο σκαρίφημα μιας εικόνας. Το πρόβλημα είναι πως δεν αποκτούμε ποτέ μια συνεκτική εικόνα του τι συμβαίνει. Όσο προχωράει το μυθιστόρημα, οι απορίες μάλλον πληθαίνουν παρά λύνονται.
Να παραθέσω εδώ μια άποψη για την αφήγηση - του Αμερικάνου Λούις που διδάσκει στα σεμινάρια κινηματογράφου - που υπάρχει στη σελίδα 87 και να υποθέσω πως ο συγγραφέας τη συμμερίζεται:
"Έρχομαι να σε πείσω να εμπιστευτείς ξανά τον μύθο.(...) Εννοώ τις πράξεις του ήρωα, τις επιλογές του, στη διαδρομή του από την ευτυχία στη δυστυχία κι ανάποδα. Πράξεις κι επιλογές που διαδέχονται η μία την άλλη επειδή έτσι είναι φυσικό να γίνει ή αναγκαίο. Πράξεις κι επιλογές που οδηγούν αναπόφευκτα από την ευτυχία στη δυστυχία ή ανάποδα, κι όλα αυτά αντίθετα προς την προσδοκία μας..."
Όμως τίποτα από αυτό το "αναπόφευκτο, το "αναγκαίο" δεν είδα στα Παιδιά του Κάιν. Ούτε να "οδηγούνται" κάπου. Τα δευτερεύοντα στοιχεία, οι αφηγήσεις ποτέ δεν συγκλίνουν σε ένα κεντρικό σημείο ώστε να βοηθούν τον αναγνώστη να απαντήσει στα πολλά "γιατί" που τίθενται. Η αναγνωστική μου πυξίδα αδυνατούσε να βρει τον βορρά. Επιπλέον, οι χαρακτήρες μοιάζουν ανολοκλήρωτοι. Μερικές φορές είχα την εντύπωση πως μου ήταν πιο οικείοι ο Γκουρογιάννης, η Βίβιαν-Βιβή, ο Λούις ή ο Ντικ - όλοι δευτερεύοντες χαρακτήρες - απ' όσο η Σοφία, ο Πέτρος (παρά το "ξέσπασμά" του στις σελ. 341-343), ο Χρήστος (είναι ο "αποτυχημένος" της παρέας;), η Αντιγόνη, η Ειρήνη (ποια Ειρήνη;), ο Σάκης (ποιος Σάκης;) - τα μέλη της παρέας.
Αν το κεντρικό θέμα του Νίκου Παναγιωτόπουλου είναι η κρίση αξιών που διαπερνά τη σημερινή ελληνική κοινωνία, νομίζω πως ποτέ δεν καταφέρνει να τη φέρει στο προσκήνιο. Όχι σαν ντεκόρ κι υπόβαθρο της ιστορίας - αυτό έτσι κι αλλιώς γίνεται - αλλά σαν μοχλό που συν-κινεί τις πράξεις των ηρώων. Αναρωτιέμαι ποια είναι τα κίνητρα των συγκεκριμένων ηρώων αν αφαιρέσουμε αυτό... Τελικά. ίσως αποδεικνύεται πολύ πιο δύσκολο να γραφτεί ένα μυθιστόρημα για το οικείο σήμερα παρά για το παρελθόν ή το μέλλον.