Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

Ο παλαιός των ημερών, Παύλος Μάτεσις, Καστανιώτης 1994

0 σχόλια
Ο παλαιός των ημερών, Παύλος Μάτεσις, Καστανιώτης 1994
[Ένας πολύ σημαντικός Έλληνας συγγραφέας, ο Παύλος Μάτεσις, έφυγε από τη ζωή τον Ιανουάριο του 2013. Σαν μνημόσυνο, αναδημοσιεύω μία κριτική για το βιβλίο του Ο Παλαιός των Ημερών*, από το περιοδικό Οδός Πανός, τχ. 85, 1996]

Ο Παλαιός των Ημερών του Παύλου Μάτεσι είναι μία περιδιάβαση στην Ελλάδα που έφυγε, στην Ελλάδα με τις μνήμες του Βυζαντίου και των χρόνων της τουρκοκρατίας, στη λαϊκή Ελλάδα μιας εποχής σχετικά πρόσφατης, που μας φαίνεται όμως πάρα πολύ μακρινή. Ωστόσο, δεν μπόρεσα να δω το βιβλίο παρά σαν μαρτυρία και αλληγορία για τη σημερινή Ελλάδα του τέλους της δεύτερης χιλιετίας, την Ελλάδα που επιστρέφει στον μυστικισμό και τον ανορθολογισμό και επιζητεί κάθε στιγμή το θαύμα. «Αχόρταγοι για θαυματουργήματα», κατά την ειρωνική διατύπωση του συγγραφέα (σελ. 131).

Στον «Παλαιό των Ημερών» παρατηρούμε από τη μία πλευρά την ανάγκη του μέσου ανθρώπου για θαύματα, μαζί με την αφέλεια και την ευκολοπιστία του, και από την άλλη τον εσωτερικό λαβύρινθο και το αδιέξοδο στο οποίο περιέρχονται εκείνοι που οι συνθήκες και κάποια ιδιαιτερότητα τούς κατέστησαν «χαρισματικούς» και ημίθεους στη συνείδηση του λαού. Οι άνθρωποι αυτοί, αρχικά με τη θέλησή τους και στη συνέχεια σαν άβουλα πρόσωπα ενός δράματος, απομονώνονται στον μύθο που με τόσο κόπο και θυσίες είχαν προσπαθήσει να δημιουργήσουν. Όταν και αν διαισθανθούν την απάτη, με την οποία είχαν ξεγελάσει τους άλλους μα και τον ίδιο τους τον εαυτό, είναι πλέον αργά. Η «ύβρις» έχει συντελεστεί.

Αν προσπαθήσει κανείς να ανακαλύψει τις πηγές και τα «πηγάδια» απ’ όπου αντλεί το υλικό και τη θεματολογία του ο συγγραφέας, θα βρεθεί μπροστά σε ένα μωσαϊκό, που αποτελείται από τα πιο ετερόκλητα συστατικά στοιχεία. Υπάρχουν αναφορές στον Όμηρο, στον αρχαίο μύθο του Διονύσου Ζαγρέως, στις Βάκχες του Ευριπίδη, στα συναξάρια, στις λεγόμενες «λαϊκές φυλλάδες», στα επίσημα και στα απόκρυφα ευαγγέλια, στις βιογραφίες του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, στο Άρωμα του Patrick Suskind και σε πλήθος άλλων κειμένων, που μόνο ο συγγραφέας θα μπορούσε ίσως να απαριθμήσει. Όσον αφορά στη λογοτεχνική παράδοση, το μυθιστόρημα θυμίζει τον «μαγικό ρεαλισμό» κάποιων πεζογράφων της Λατινικής Αμερικής.

Η οικονομία του έργου, με την πολλαπλή και διαρκή προσβολή κατά της θείας και της φυσικής δικαιοσύνης και με την κάθαρση που ακολουθεί, είναι εκείνη της αρχαίας τραγωδίας. Το κύριο εύρημα του συγγραφέα, η απάτη που συντελείται σε βάρος του Ελισσαίου από το πρόσωπο που εμπιστεύεται περισσότερο, αφορά στη δύναμη της υποβολής και στη μεταμόρφωση ενός αδύναμου, αδικημένου ανθρώπου που θέλει να εκδικηθεί.

Μια άλλη, ιδιαίτερα ευρηματική, σύλληψη του συγγραφέα είναι το σύνολο της ιστορίας του μετανάστη από την Αμερική, που επιστρέφει στο χωριό. Όλη η διήγηση μού φάνηκε αλληγορική. Αυτό που έδωσαν οι Έλληνες στον σύγχρονο δυτικό κόσμο, το πήραν πίσω σε κάποιες περιπτώσεις παραλλαγμένο, σάπιο και αρρωστημένο. Οι νεότεροι Έλληνες, που περίμεναν πολλά από τον αμερικάνικο πολιτισμό, επένδυσαν στον δυτικό τρόπο ζωής ό,τι πιο πολύτιμο είχαν και για χάρη του αρνήθηκαν μία συνεχή παράδοση χιλιετιών. Μα ο πολιτισμός αυτός, ή μάλλον το υποκατάστατό του που εισήχθη στη χώρα μας, «μόλυνε» όχι μόνο τις κοινωνικές και ερωτικές σχέσεις και τις οικονομικές διαδικασίες, αλλά -το κυριότερο- και την τρυφερή ψυχή των παιδιών. Οι γλυκές καραμέλες που ο «Αμερικάνος» μοίραζε στα παιδιά, έκρυβαν μέσα τους ένα ισχυρό δηλητήριο, που μετέδιδε τη θανατηφόρα αρρώστια, φορέας της οποίας ήταν ο ίδιος. Εξαιτίας της αναμονής του μεγάλου κέρδους όλοι γελάστηκαν και ως τον θάνατό του ήλπιζαν σε ονειρικό οικονομικό αντίκρισμα των θυσιών τους. Έπρεπε να πεθάνει, για να διαπιστώσουν ότι ήταν πιο φτωχός από εκείνους, ότι δεν είχε να τους προσφέρει τίποτα, ότι τους είχε εξαπατήσει. Αναμένοντας τον σύντομο θάνατό του, που όμως καθυστερούσε τραγικά, του χάρισαν ό,τι πιο πολύτιμο είχαν, από χρήματα και υλικά αγαθά μέχρι τις ανήλικες -δώδεκα και δεκατριών χρόνων- κόρες τους. Ανταγωνίζονταν μάλιστα με τίνος την κόρη θα κοιμηθεί ο «ξένος», ενώ παρίσταναν όλοι τους ανήξερους στις κοινές συναναστροφές. Μια ηλικιωμένη γυναίκα, φορέας και προσωποποίηση της αρχέγονης παράδοσης, που είχε μείνει ανεπηρέαστη από όλα τα παραμύθια και τις κοροϊδίες του «Αμερικάνου», παίρνει την απόφαση να τον σκοτώσει.

Ο Παύλος Μάτεσις δουλεύει την ελληνική γλώσσα με πρωτότυπο και επιτυχημένο τρόπο: την αποδεσμεύει συνειδητά από τους απόλυτους κανόνες των εγχειριδίων γραμματικής και συντακτικού και την επαναφέρει σε ένα επίπεδο που αγγίζει τη ζωντάνια του προφορικού λόγου. Δεν παραβλέπει την ιστορία αυτής της γλώσσας και χρησιμοποιεί με κάθε ευκαιρία, με φυσικό τρόπο, παλαιότερους τύπους και λέξεις που έχουν σχεδόν ξεχαστεί. Παρά το πλήθος των αναφορών σε κείμενα και συγγραφείς, δημιουργεί έναν κόσμο μαγικό και εντελώς ανεξάρτητο από τις πηγές, οι οποίες αποτέλεσαν την πρώτη ύλη του μυθιστορήματος.

Παραθέτω δύο τυχαία αποσπάσματα από το βιβλίο, που επιβεβαιώνουν το πόσο εμπνευσμένα και ποιητικά χρησιμοποιεί τις λέξεις ο Μάτεσις: «Ο ίδιος που εποίησε τον κόσμο, ο ίδιος ωσαύτως εποίησε και τον θάνατο. Τη ζωή δεν μπορείτε να την αποφύγετε, είναι μεταδοτική, σαν θανατηφόρο μόλεμα. Πηγαίνετε στα σπίτια σας οι ζωντανοί. Τον άλλο Μάρτη να γυρίσετε» (σελ. 143). «Κάτι ωραίο φτάνει, είπε το άλλο πρωί ο Ζάγρος ξυπνώντας. Τι είναι αυτό το ωραίο που μοσκοβολάει έτσι, η άνοιξη ξανάρχεται, παραμέρισε το καλοκαίρι και γυρίζει ξανά, η άνοιξη είναι που μοσκοβολάει; Ή εγώ;» (σελ. 173).



~~~§§§~~~

...
«Αχόρταγοι για θαυματουργήματα», χαρακτηρίζονται από τον Μάτεσι οι άνθρωποι κι εδώ ακόμα περισσότεροι οι Έλληνες, όχι μόνοι εκείνοι οι ήρωες μιας παλιάς Ελλάδας, αλλά και οι σύγχρονοι που εγκλωβισμένοι στην αναμονή της εκ δύσης θαυματουργικής προόδου τους δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι αυτά που έδωσε ο δικός τους πολιτισμός στη δύση επιστρέφουν τώρα αρρωστημένα κι απατηλά, όπως ο Ελληνοαμερικανικός μετανάστης που επιστρέφει στο χωριό. Ωστόσο η όλη πνοή του βιβλίου αυτού συνοψίζεται στα λόγια του ίδιου του συγγραφέα: «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει και ποτέ δεν ανασταίνεται».

Ο Παλαιός των Ημερών στην Παλαιά Διαθήκη είναι μια άλλη ονομασία του Θεού ή κατά την Καινή Διαθήκη αναφέρεται στη θεία φύση του Χριστού. Εντέχνως και σκοπίμως ο Μάτεσις χρησιμοποιεί αυτόν τον τίτλο και με τον Παλαιό των Ημερών σατιρίζει τη θρησκοληψία και τον τρόπο με τον οποίο αυτή μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους σε ενέργειες καθόλα παράλογες και οπωσδήποτε απομακρυσμένες από κάθε ρεαλισμό.

Ο Μάτεσις ωστόσο δεν περιορίζεται μόνο στη θρησκεία, σε βιογραφίες αγίων και συναξάρια για να καταδείξει, αλληγορικώς τελικά, σύγχρονα και άκρως επίκαιρα ζητήματα αλλά η θεματολογία του αντλεί υλικό από αρχαίους μύθους, από τον Όμηρο, από τον Ευριπίδη και πλήθος άλλων κειμένων που «ο προσεκτικός και καλλιεργημένος αναγνώστης», στον οποίο απευθύνεται ο Μάτεσις, θα αναγνωρίσει και θα αντιληφθεί την ευρηματικότητα της διακειμενικότητας, της συμβολικής σύνδεσης και της αλληγορικής διάστασης προσώπων και καταστάσεων. Θα εντοπίσει οτι οι συνήθεις προκαταλήψεις, δεισιδαιμονίες και βασκανίες μπορούν απλώς να μεταμφιέζονται και να είναι παρούσες υπό άλλη μορφή –αν όχι την ίδια- σε όλες τις εποχές.

Οι τόσες πολλές γκροτέσκες αναφορές και η αριστοτεχνική κομψότητα της γλώσσας και του ύφους του Μάτεσι συμβάλλουν στη δημιουργία ενός μωσαϊκού που είναι δύσκολο να εξακριβωθούν όλες οι ερμηνείες και οι  συμβολισμοί που ο συγγραφέας χρησιμοποίει προκειμένου να καταστήσει σαφές το νόημά του. Με σαρκαστική διάθεση και καυστικό χιούμορ ο Μάτεσις έχει δηλώσει ότι «οι δρόμοι στα βιβλία είναι κακοτράχαλοι- ιδιαίτερα στον Παλαιό των Ημερών». Τα υπερφυσικά γεγονότα, η παραδοξολογία και ο μυστικισμός που διαπνέουν το βιβλίο αποδεικνύουν του λόγου του το αληθές.

Μεγάλο απόσπασμα της Μαρίας Φιλίππου


~~~§§§~~~

[...]
Η ταξινόμηση των υπερφυσικών στοιχείων στο έργο του Μάτεσι δεν είναι εύκολο εγχείρημα. Ο συμφυρμός καταστάσεων διατρέχει μεθοδικά το σύνολο του ματεσικού έργου. Χρονικές βαθμίδες συμφύρονται μεταξύ τους. Στο μυθιστόρημα Σκοτεινός Οδηγός η ηρωίδα Μυρτάλη, γεφυρώνοντας το παρόν με το παρελθόν, έχει τη δυνατότητα να αντικρίζει ιστορικές πόλεις της Μεσογείου, επίσης τον Δαίδαλο και τον Ίκαρο που πετούν στον ουρανό, μπορεί ακόμη να κατεβαίνει στον Άδη ή να συναντιέται στο σύγχρονο παρόν με τις αρχαίες Ερινύες. Πολύ εντυπωσιακότερος είναι ίσως ο συμφυρμός των χρονικών βαθμίδων γύρω από το πρόσωπο του Μύρτου, ήρωα που απαντάται τόσο στο ομότιτλο μυθιστόρημα όσο και στον Αλδεβαράν. Ο Μύρτος στο ομότιτλο μυθιστόρημα είναι ένα οκτάχρονο παιδί που κοιμάται συνεχώς από τη γέννησή του. Χρονικά τοποθετείται στα 1940. Ο Μύρτος στον Αλδεβαράν είναι ένας εικοσιπεντάχρονος νέος. Χρονικά τοποθετείται στη νέα χιλιετία, είναι δηλαδή ήρωας σύγχρονος. Το «προκλητικό» με τους δύο ήρωες, που επιβεβαιώνει ακριβώς και το συμφυρμό των χρονικών βαθμίδων, είναι πως έχουν τα ίδια στοιχεία ταυτότητας: κοινή νησιώτικη καταγωγή, κοινούς συγγενείς – δύο δίδυμους θείους που ξεπερνούν τα ενενήντα τους χρόνια, κοινά περιουσιακά στοιχεία, κοινή ευωδιά στην ανάσα και στο κορμί τους και, φυσικά, κοινό όνομα, και μάλιστα όνομα σπάνιο, όχι συνηθισμένο. Παρ’ όλα αυτά απέχουν μεταξύ τους περίπου μισόν αιώνα!


Μια δεύτερη κατηγορία συμφυρμού είναι αυτή των διαφορετικών τόπων. Ήδη από τον Σκοτεινό Οδηγό προκύπτει πως ένας μεταφυσικός τόπος, ο Άδης, γίνεται τόπος προορισμού για ένα φυσικό πρόσωπο, τη Μυρτάλη. Στην Ύλη Δάσους σπίτια αποκτούν την έκταση μιας ολόκληρης επαρχίας, συναιρώντας στη φυσική τους ύπαρξη μια περιορισμένη έκταση, εκείνη δηλαδή των ίδιων των σπιτιών, με ένα αχανές τοπίο, αυτό δηλαδή μιας ολόκληρης επαρχίας! Αντίστοιχα στο Πάντα Καλά η ηρωίδα Αρσενία βλέπει έναν άντρα που της απευθύνεται από απόσταση τριάντα χιλιομέτρων (!), σ’ ένα ακόμη παράδειγμα συμφυρμού των χώρων.

Ένας από τους πιο περίεργους συμφυρμούς στο έργο του Μάτεσι είναι αυτός των έμψυχων με τα άψυχα. Στο διήγημα Ύλη Δάσους της ομότιτλης συλλογής ο ήρωας «παλιώνει», μεταφέρεται σε παλαιοπωλείο κι εκεί, με το πέρασμα του χρόνου, μετατρέπεται σε ξύλινο γλυπτό!

Ο συμφυρμός μύθου-πραγματικότητας είναι ένας ακόμη σημαίνων συμφυρμός, όπου ως μύθος λογίζονται τα πρόσωπα των έργων του συγγραφέα, ενώ ως πραγματικότητα ο ίδιος ο συγγραφέας. Έτσι, στο Πάντα Καλά ο ίδιος ο συγγραφέας του μυθιστορήματος, δηλαδή ο Παύλος Μάτεσις, κερνά καφέ στην ηρωίδα του Αρσενία, προσφέροντάς της το θαύμα που εκείνη ζήτησε, κι ενώ η Αρσενία τον κοιτά να περνά τον απέναντι δρόμο! Στο ίδιο μυθιστόρημα η Ρουμπίνη, που πρωταγωνιστούσε στη Μητέρα του Σκύλου, κρατά στα χέρια της το βιβλίο του Μάτεσι στο οποίο η ίδια πρωταγωνιστεί, ενώ γνώση του μυθιστορήματος έχει και η φαρμακοποιός Βασιλεία! Στο διήγημα «Για ώρα ανάγκης» της συλλογής Ύλη Δάσους ο ήρωας γνωρίζει το διήγημα «Το ηλιοτρόπιο» της ίδιας συλλογής. Με άλλα λόγια, τα φανταστικά πρόσωπα του λογοτεχνικού μύθου έχουν γνώση του δημιουργού τους και του έργου του, που είναι ωστόσο υπαρκτά, όχι φανταστικά! Μάλιστα, η ηρωίδα Μυρτάλη στον Σκοτεινό Οδηγό αφήνει τα σημάδια της στον κόσμο του συγγραφέα και κάνει ολόκληρη συζήτηση με τη Ρουμπίνη, που εμφανίζεται και εδώ, για το αν είναι «ύπαρξη υπαρκτή» και για το αν μπορεί να γίνει στην περίπτωση που δεν είναι, κάτι που στο τέλος το κατορθώνει!
Ο συμφυρμός του κόσμου των μυθιστορημάτων με τον κόσμο τον πραγματικό, πέρα από την έκπληξη που προκαλεί, γεννά και προβληματισμούς αναφορικά με το τι είναι πραγματικό και τι όχι. Όταν οι ήρωες αφήνουν το στίγμα τους στον κόσμο του συγγραφέα, θα ’ταν δύσκολο να αμφισβητηθεί η πραγματική τους ύπαρξη. Από την άλλη, μήπως δεν είναι αληθινός ούτε ο ίδιος ο συγγραφέας αν δεν είναι αληθινοί οι ήρωές του, από τη στιγμή που συμπλέκεται στην ίδια διάσταση μαζί τους; Ο Μάτεσις βάζει δυναμίτες στις βεβαιότητες και τις κλονίζει. Παράλληλα όμως, δικαιώνοντας σαν πιθανό οποιοδήποτε ενδεχόμενο, ακόμη και το πλέον παράδοξο, βάζει δυναμίτες και σε κάθε αβεβαιότητα. Έτσι, βεβαιότητα κι αβεβαιότητα μοιάζουν εξίσου πιθανές, και το ερώτημα τι είναι πραγματικότητα και τι μύθος υποβιβάζεται σε ερώτημα χωρίς νόημα.
Η παραπάνω απόπειρα ερμηνείας μιας πολύ μικρής πτυχής του έργου του Μάτεσι δεν είναι τίποτε περισσότερο από την «ψύχωση» του υποφαινόμενου φιλολόγου να «αποκρυπτογραφήσει» οπωσδήποτε τα μυστήρια του ματεσικού σύμπαντος. Η «ερμηνεία» αυτή ίσως φαντάζει πρόκληση, εφόσον ο Μάτεσις αποποιείται την εκλογίκευση του έργου του, είναι ωστόσο μία «ερμηνεία» που επί της ουσίας δεν ερμηνεύει τίποτα, αφού αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα. Έτσι συμπορεύεται με τη στόχευση του Μάτεσι για «α-σημία» στο έργο του, δηλαδή για απουσία οποιουδήποτε συμβολισμού από τις καταστάσεις που περιγράφει.
Εφόσον τα πράγματα έχουν έτσι, δηλαδή απλώς τελούνται, καμία απόπειρα εκλογίκευσης δεν ευσταθεί. Μόνη δυνατότητα είναι να προσεγγίζεται το έργο του Μάτεσι με τον ίδιο τρόπο που θα προσεγγιζόταν μια μουσική σύνθεση: ακούγοντας κι απολαμβάνοντας, πέρα από κάθε προσπάθεια ερμηνείας. Η μόνη αποδεκτή προσέγγιση λοιπόν γίνεται με κριτήρια αισθητικά.
[...]


 
~~~§§§~~~

Αν και βιβλιοφάγος αισθάνομαι πολύ μικρός και άτυχος που τόσο αργά ανακαλύπτω έναν πολύ μεγάλο σύγχρονο Έλληνα συγγραφέα, τον Παύλο Μάτεσι! Τον "Παλαιό των ημερών", τον ξαναδιάβασα δεύτερη φορά μέσα σε λίγο χρόνο και ξαναγοητεύτηκα. Είναι ένα μυθιστόρημα, που διαβάζεται σαν παραμύθι. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι μοναδική. Η μυθοπλασία του συγγραφέα σε καθηλώνει και σε συναρπάζει σαν μικρό παιδί, γιατί τα πάντα όσα περιγράφονται είναι συνάμα αληθινά και σουρεαλιστικά, φυσικά και υπερφυσικά, ζωντανοί και νεκροί γίνονται ένα κ.α.: οι άνθρωποι αποκτούν θεϊκές ιδιότητες, την άλλη στιγμή γίνονται πάλι ανθρώπινοι με την χειρότερη ζωόδική τους ιδιότητα, τα φυσικά φαινόμενα εξανθρωπίζονται -παίρνουν ζωή- η φυσιολογική ροή των πραγμάτων τη μια τηρείται κανονικά, την άλλη στιγμή γκρεμίζεται αναπάντεχα στο γκροτέσκο!.

Έψαξα πολύ να βρω περισσότερα στοιχεία για το βιβλίο και γενικότερα για τον συγγραφέα. Η αλήθεια είναι ότι η συγκομιδή μου ήταν πολύ μικρή! Ίσως είμαστε εθισμένοι περισσότερο στους "στρωτούς" συγγραφείς, στην "βατή" μυθιστοριογραφία... Την μοναδική ανάλυση του έργου του που βρήκα, ήταν αυτή του Γιάννη Στρούμπα, κομμάτια της οποία παραθέτω πιο πάνω.

Σημαδιακό για τα θέματα στα οποία αναφέρεται το βιβλίο -και πως τα πράγματα επαναλαμβάνονται και στους καιρούς μας- είναι κι αυτό που πριν λίγο άκουσα σε διαφήμιση για μια κυριακάτικη εφημερίδα (αύριο 8/3/2015 "Παρασκήνιο"): προσφέρουν βιβλίο με όλα τα "Θαυματουργά Αγιάσματα στην Ελλάδα"!

Ακόμα κι αν ισχύει αυτό:
"Εφόσον τα πράγματα έχουν έτσι, δηλαδή απλώς τελούνται, καμία απόπειρα εκλογίκευσης δεν ευσταθεί. Μόνη δυνατότητα είναι να προσεγγίζεται το έργο του Μάτεσι με τον ίδιο τρόπο που θα προσεγγιζόταν μια μουσική σύνθεση: ακούγοντας κι απολαμβάνοντας, πέρα από κάθε προσπάθεια ερμηνείας. Η μόνη αποδεκτή προσέγγιση λοιπόν γίνεται με κριτήρια αισθητικά." το βιβλίο αποτελεί σχεδόν κλασσικό ανάγνωσμα για κάθε σοβαρό αναγνώστη, όπως επίσης και το υπόλοιπο έργο του.

Μωραϊτόπουλος Απόστολος (AMOR) 7/3/2015

-------------------
Αναδημοσίευση από apopseis-eponyma.blogspot.com

Share/Bookmark

Σχόλια

Ετικέτες