Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2019

Φερνάντο Αραμπούρου - συνέντευξη για το μυθιστόρημά του "Πατρίδα"

0 σχόλια
Η «Πατρίδα» έχει χαρακτηριστεί ως η «λογοτεχνική ήττα» της ΕΤΑ. Γιατί μέχρι τώρα δεν είχε γραφτεί ένα μυθιστόρημα στα ισπανικά για εκείνα τα χρόνια;
Από καιρό βγαίνουν διάφορα άρθρα. Τελευταία, όλο και περισσότερα.
Είναι κάτι που εύκολα το καταλαβαίνει κανείς, επειδή τώρα μπορούμε να δούμε με άλλη ματιά ένα ιστορικό φαινόμενο που έχει εκλείψει και γύρω από το οποίο έχουν συσσωρευτεί μαρτυρίες κάθε είδους που είναι χρήσιμες για τη λογοτεχνική δημιουργία.
Σχετικά με το περί «λογοτεχνικής ήττας», πιστεύω πως είναι μια έννοια που πρέπει να μετριαστεί. Είναι μια φράση για την οποία δηλώνω υπεύθυνος, μιας κι εγώ την πρωτοκυκλοφόρησα, και στην οποία πρέπει να τονιστεί το προσδιοριστικό «λογοτεχνική». Δεν είναι όλες οι εκδοχές αυτού που συνέβη ίδιας σημασίας και υπάρχουν κάποιες που μου φαίνεται ότι επιτρέπουν κάποια κατανόηση προς τους θύτες.
Και έχοντας υπόψη αυτές τις εκδοχές, πρέπει να γραφτούν άλλες. Και αν αυτές οι άλλες εκδοχές είναι πιο πειστικές και διαθέτουν μεγαλύτερη αισθητική βαρύτητα, πιστεύω πως θα επιβληθούν στη συλλογική μνήμη.
Το καινούργιο στο μυθιστόρημά σας, αυτό που πολλοί λένε ότι το καθιστά λογοτεχνικό μνημείο, είναι πως αφηγείται τα γεγονότα στα χρόνια της βίας στη Χώρα των Βάσκων με τρόπο απτό, αναλύοντας πώς επηρέασε όλους τους ανθρώπους στην καθημερινή τους ζωή  και στις προσωπικές τους εμπειρίες…
Εγώ δεν γνωρίζω αν το μυθιστόρημά μου ανταποκρίνεται στις προσδοκίες να υπάρξει ένα λογοτεχνικό μνημείο για αυτό το ζήτημα, αλλά πράγματι φιλοδοξούσα να δημιουργήσω μέσω της λογοτεχνίας μια γενική εικόνα, που να εστιάζει όχι μόνο στα θύματα, όχι μόνο στους θύτες ή σε επί μέρους μόνο πλευρές της πραγματικότητας που ζούσαμε.
Γι’ αυτό λοιπόν στο μυθιστόρημά μου πρωταγωνιστούν εννέα πρόσωπα διαφορετικών φύλων, διαφορετικών ηλικιών, αντιπροσωπευτικά πολύ διαφορετικών ευαισθησιών τόσο πολιτικών όσο και συναισθηματικών.
Θα μπορούσατε να γράψετε την «Πατρίδα» στα δύσκολα χρόνια της ΕΤΑ;
Το μυθιστόρημά μου δεν θα μπορούσε να γραφτεί πριν από το τέλος της οριστικής παύσης της ένοπλης δραστηριότητας της ΕΤΑ γιατί αυτό ακριβώς το γεγονός μού έδωσε το έναυσμα.
Το βιβλίο μου ξεκινάει όταν τελειώνει η τρομοκρατία. Αυτό είναι που δίνει τη δυνατότητα στα πρόσωπα του μυθιστορήματος, αλλά και στον συγγραφέα, να δουν πως αυτό που συνέβη έχει φτάσει σε ένα είδος τέλους, παρότι δεν έχουμε απόλυτες εγγυήσεις.
Είχα την πεποίθηση όσο έγραφα πως ένα νέο χτύπημα δεν θα με υποχρέωνε να αναθεωρήσω ολόκληρο το βιβλίο, αλλά πως εκείνη η ιστορική περίοδος είχε ολοκληρωθεί, είχε καταλαγιάσει. Αυτό μου έδινε μια οπτική χωρίς την οποία η «Πατρίδα» θα ήταν αδιανόητη.
Είχαν και πριν γραφτεί άλλα βιβλία, κι εγώ ο ίδιος είχα γράψει, όμως αν είχε δημοσιευτεί τότε ένα μυθιστόρημα σαν την «Πατρίδα» θα είχε τεθεί σε κίνδυνο η σωματική μου υγεία, όπως συνέβη σε άλλους.
Η βία, ο φόβος, μπορούν να κάνουν μια κοινωνία σχιζοφρενική;
Ο φόβος είναι ένα γνωστό ορμέμφυτο στη φύση. Δεν είναι αποκλειστικότητα των ανθρώπων και είναι ένας συναγερμός που διαθέτει το σώμα για να προστατεύεται. Είναι φυσικό να παράγει ο φόβος συμπεριφορές επιβίωσης.
Στην περίπτωση του ανθρώπου, του επιβάλλει να σωπαίνει, να φεύγει, να μη διαφωνεί δημόσια ή να γίνεται συνένοχος του θύτη.
Αυτό δεν είναι αποκλειστικότητα των Βάσκων. Εμφανίζεται σε κοινωνίες όπου επιβάλλεται ένα ολοκληρωτικό κίνημα ή όπου ασκείται βία πάνω σε ένα τμήμα της κοινωνίας.
Όμως αυτό δεν είναι μόνο μια κοινωνική συμπεριφορά των ατόμων ως πολιτών, αλλά το βλέπουμε και γενικά σε περιπτώσεις βίας.
Πώς κατάφερε η ΕΤΑ να γίνουν μέλη της τόσοι νέοι άνθρωποι της γενιάς σας;
Αν διαβάσει κανείς τις ιστορικές αφηγήσεις, διαπιστώνει ότι γινόταν μια πολύ αποτελεσματική δογματική και προπαγανδιστική δουλειά. Μια δουλειά που κάποιες φορές ξεκινούσε από τις οικογένειες, συνεχιζόταν στο σχολείο, στη γειτονιά, και σε αυτή προσθέτονταν η πίεση του περίγυρου, ιδιαίτερα στα χωριά, όπου ο έλεγχος του πληθυσμού είναι ευκολότερος.
Υπήρχε επίσης και μια αισθητική γοητεία, μια αισθητική ομοιομορφία…
Και από την άλλη η βία με τον καιρό μετατρέπεται σε έναν δυναμισμό δράσης που απαλλάσσει το άτομο από τη σκέψη, αρκεί να γίνει ένα με αυτή. Είναι μια διαδικασία που δύσκολα σταματιέται.
Όταν ζει κανείς σε μια κοινωνία όπου συχνά παράγονται πράξεις βίας, είναι αδύνατο ένας νέος, ένας έφηβος, να αποφύγει να πάρει θέση. Αργά ή γρήγορα πρέπει να το κάνει.
Για πολλά χρόνια τα μέλη της ΕΤΑ θεωρούνταν ακόμη και ήρωες…
Ναι, πραγματικά έτσι ήταν. Μετατράπηκαν από τρομοκράτες σε ήρωες. Οι ίδιοι οι τρομοκράτες, στις λίγες ομολογίες που μπορεί να βρει κανείς, δεν θεωρούν τους εαυτούς τους δολοφόνους. Πιστεύουν πως έκαναν καλό, πως έσωζαν τον λαό, πως θυσιάζονταν για αυτόν.
Εμένα ως μυθιστοριογράφο με ενδιέφερε να δείξω πώς βιωνόταν όλο αυτό και να το δείξω μέσα από κάποιους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες.
Στην «Πατρίδα» υπάρχει ένα πρόσωπο, η Μίρεν, που όταν ο γιος της μπαίνει στην ΕΤΑ μεταμορφώνεται, τον στηρίζει και τον υπερασπίζεται με νύχια και με δόντια. Έχετε γνωρίσει πολλές Μίρεν στη Χώρα των Βάσκων;
Έχω γνωρίσει πολλές, ναι. Επιπλέον, μέχρι ένα ορισμένο σημείο, τις καταλαβαίνω. Ανάμεσα σε κάποιες δεδομένες πεποιθήσεις και στον γιο, είναι γυναίκες που διαλέγουν τον γιο, με τον ίδιο τρόπο που ο Αλμπέρ Καμί έλεγε πως ανάμεσα στη δικαιοσύνη και τη μάνα του, διάλεγε τη μάνα του.
Η Μίρεν δείχνει πως όταν η βία επιβάλλεται σε μια κοινωνία, επαναλαμβανόμενα και για δεκαετίες, όλοι είναι θύματα, ακόμη και οι θύτες. Όχι θύματα με τον ίδιο τρόπο, επειδή δεν είναι ίδιο το να σκοτώνεις με το να δολοφονείσαι.
Ένα παλικάρι που θα μπορούσε να έχει μια εποικοδομητική ζωή, να φτιάξει μια οικογένεια, να έχει μια δουλειά, να προκόψει, να φροντίσει την προσωπική του βελτίωση, να ταξιδέψει, να κερδίσει από τη ζωή, διαλέγει αντί γι’ αυτό να εκτελέσει κάποιον, να σκοτώσει και να περάσει περισσότερα από 20 χρόνια στη φυλακή. μου φαίνεται πως κι αυτός γίνεται θύμα, θύμα της ιδεολογικής επιρροής, μιας υπερβολικής νεανικής ενεργητικότητας, μια πολιτικής παγίδας…
Αν και, φυσικά, ένας φονιάς δεν μου εμπνέει την ίδια συμπάθεια με τα θύματα της τρομοκρατίας.
Στο μυθιστόρημά σας, όλοι οι χαρακτήρες είναι δυστυχισμένοι. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, πλήρωσαν ακριβά τη βία που στην ουσία τους κατέστρεψε τις ζωές.
Ίσως το μόνο πρόσωπο που πλησιάζει σε κάποια ψήγματα ευτυχίας είναι ο Γκόρκα. Αν και δεν καταφέρνει να εκπληρώσει το μεγάλο του όνειρο, τουλάχιστον πετυχαίνει μια κάποια ισορροπία χάρη στην αφοσίωσή του στην καλλιέργεια, στα βιβλία, στη μουσική…
Παρόλα αυτά που υποφέρει, είναι το μόνο πρόσωπο που βρίσκει μια ισορροπία στη ζωή του. Οι υπόλοιποι είναι όλοι χαμένοι, με τη μία μορφή ή την άλλη.
Και εσείς πώς απελευθερωθήκατε από εκείνον τον συλλογικό πυρετό για την ΕΤΑ που επηρέασε τόσους νέους Βάσκους;
Εγώ απελευθερώθηκα, αλλά εκτέθηκα, όπως εκτέθηκαν φίλοι και συμμαθητές. Θυμάμαι συμμαθητές που μπήκαν στην ΕΤΑ…
Μιλάω για τη δεκαετία του ’70, γιατί δεν ήταν όλες οι εποχές ίδιες.
Όταν πήγαινα στο γυμνάσιο ο φρανκισμός επέμενε ακόμη και η αντίληψη για την ΕΤΑ ήταν διαφορετική από αυτή που διαμορφώθηκε μεταγενέστερα. Υπήρχε η λαϊκή πεποίθηση ότι η ΕΤΑ αγωνιζόταν ενάντια στον φρανκισμό, ενάντια στη δικτατορία, ότι θα μας έσωζε από όλα εκείνα.
Τα μάτια μας ανοίξανε αργότερα.
Όμως πώς ακριβώς καταφέρατε εσείς να ξεφύγετε από τη γοητεία που ένα διάστημα ασκούσε η ΕΤΑ σε δεκάδες νέους;
Ήρθα σε επαφή με την κουλτούρα και τα βιβλία, που μου άνοιξαν άλλους ζωτικούς ορίζοντες.
Επιπλέον, είχα την τύχη να μεγαλώσω σε μια οικογένεια στην οποία υπήρχε αγάπη, μέσα μου δεν σύρθηκε καμιά δυσαρέσκεια που να με φτάσει σε σημείο να κάνω να πληρώσουν άλλοι τις εσωτερικές απογοητεύσεις μου.
Άλλωστε δεν μου άρεσαν ποτέ τα πλήθη, οι σημαίες, οι θορυβώδεις μάζες… Ποτέ δεν με τράβηξε κάτι τέτοιο και ποτέ δεν ένιωσα τον πειρασμό να χρησιμοποιήσω βία ενάντια σε άλλους ανθρώπους.
Επίσης, βεβαίως, γεννήθηκα σε μια πόλη, το Σαν Σεμπαστιάν. Δεν είναι το ίδιο να έχεις μεγαλώσει σε μια πόλη, όπου η ανθρώπινη ποικιλία είναι μεγαλύτερη, όπου κανείς είναι συνηθισμένος να βλέπει ξένους και τουρίστες, ανθρώπους που βλέπουν αλλιώς τα πράγματα, που μιλάν άλλη γλώσσα…
Σε μια πόλη, αν βλέπει κανείς τους φίλους του να παίρνουν τον κακό δρόμο, μπορεί να αλλάξει φίλους, υπάρχουν άλλα πράγματα στα οποία μπορεί να καταφύγει, που σε μια κοινότητα 3.000 κατοίκων δεν τα βρίσκεις.
Η τεράστια πλειοψηφία των Βάσκων που ήταν ενάντια στη βία επέλεξαν να καταφύγουν στη σιωπή…
Από τις πολλές σιωπές που υπήρξαν, θεωρώ πως η πλέον αξιόμεμπτη είναι να αφήνεις μόνα τα θύματα, εγκαταλειμμένα. Θεωρώ πως αυτή η σιωπή είναι ασυγχώρητη.
Ωστόσο, υπάρχουν άλλες σιωπές που είναι πιο δικαιολογημένες., όπως η σιωπή που προκαλεί ο φόβος.
Θεωρώ πως θα έπρεπε να είμαστε πιο προσεκτικοί την ώρα που μοιράζουμε μομφές. Γνωρίζω καλά πως υπήρξαν σιωπές παρηγορητικές, προστατευτικές, για παράδειγμα από τη μεριά χηρών που αποφάσισαν να αναβάλουν να μιλήσουν για ό,τι συνέβη, για να προστατέψουν τα μικρά τους παιδιά, για να μη μεγαλώσουν μέσα στο μίσος, με ψυχολογικά τραύματα ή με τη στάμπα του θύματος να μην τους αφήνει ποτέ.
Πρέπει να πάρουμε υπόψη μας όλες αυτές τις διαφορετικές αποχρώσεις. Όμως η σιωπή της κοινωνίας, η εγκατάλειψη των θυμάτων, σίγουρα είναι κατακριτέα.
Το ότι ζείτε στη Γερμανία από το 1985 σας επέτρεψε ίσως να έχετε την απαραίτητη απόσταση ώστε να δείτε το πρόβλημα της βίας στη Χώρα των Βάσκων σε όλες του τις διαστάσεις;
Ναι. Με τον καιρό κατάλαβα ότι, από τη μια, η γεωγραφική απόσταση με απομάκρυνε από την καθημερινότητα των γεγονότων που συνέβαιναν στον γενέθλιο τόπο μου, από την άλλη, με απελευθέρωνε από τη σπουδή να εκφραστώ και από την υπερβολική επίδραση που θα μπορούσε να έχει πάνω μου κάποια ιδεολογική αντίληψη ή κάποιες συγκεκριμένες ευαισθησίες.
Βλέπω τον εαυτό μου σαν τον σκακιστή που, αφού τελειώσει το παιχνίδι, αναλογίζεται ολόκληρη την παρτίδα, ξανακοιτάζει εκείνη την επιλογή ανάμεσα στο πιόνι και τον αξιωματικό, που βλέπει ό,τι έχει γύρω του αλλά ίσως δεν κατανοεί ολόκληρο τον γενικότερο μηχανισμό.
Από την άλλη, αυτή η γεωγραφική απόσταση είναι σχετική: υπάρχει το τηλέφωνο, υπάρχει το ίντερνετ και πολλές άλλες δυνατότητες πληροφόρησης.
Δεν υπήρξε σε μένα συναισθηματική αποστασιοποίηση: είχα την πληροφόρηση, διάβασα και συζήτησα με ανθρώπους που ζούσαν στη Χώρα των Βάσκων, και δεν μου φαίνονταν καλύτερα πληροφορημένοι από μένα. Επιπλέον, επισκεπτόμουν αρκετά συχνά τη χώρα.
Πώς έγινε δεκτή η «Πατρίδα» από τα οχυρά του ριζοσπαστισμού που εξακολουθούν να υπάρχουν στη Χώρα των Βάσκων;
Δεν μπήκα σε σπίτια να ρωτήσω πώς τους φάνηκε το βιβλίο μου. Αυτό που γνωρίζω σίγουρα είναι πως διαβάζεται πολύ στη Χώρα των Βάσκων.
Πιστεύω πως υπάρχει μεγάλη ανάγκη να διαβαστούν ιστορίες σαν τη δική μου. Με ενοχλεί που η «Πατρίδα» θεωρείται το απόλυτο αφήγημα όσων συνέβησαν, είναι μια διαφημιστική φράση για την οποία δεν είμαι εγώ υπεύθυνος.
Ένα βιβλίο, όσο πολύπλοκο και να είναι, δεν μπορεί να συμπεριλάβει ολόκληρη μια εποχή που κράτησε δεκαετίες.
Η «Πατρίδα» είναι μια συνεισφορά, ανάμεσα σε άλλες. Έχει δεχθεί κριτικές, όπως και ευνοϊκές γνώμες, ωστόσο σε ένα λίγο-πολύ ήρεμο κλίμα συζήτησης, και αυτό μου άρεσε πολύ.
Με χαροποιεί που το βιβλίο μου έχει γίνει θέμα συζήτησης στην πατρίδα μου. Μπορεί κανείς να αποδεχθεί το μυθιστόρημά μου ή όχι, αλλά είτε έτσι είτε αλλιώς μας βάζει να συζητήσουμε, μας βάζει ακόμη και να διαφωνήσουμε χωρίς να υφιστάμεθα προσβολές, απειλές ή βία.
Πιστεύετε πως αυτά που συνέβησαν στη Χώρα των Βάσκων αυτές τις περίπου πέντε δεκαετίες θα ξεχαστούν, θα θαφτούν κάτω από το χαλί;
Όλα ξεχνιούνται. Αργά ή γρήγορα, η λήθη πάντα θριαμβεύει. Είναι κάτι φυσικό.
Πράγματι, στις τελευταίες δημοσκοπικές έρευνες που έγιναν στη Χώρα των Βάσκων ανάμεσα στους νέους διαπιστώθηκε πως δεν είναι ιδιαίτερα ενημερωμένοι, κάποιοι δεν γνώριζαν ούτε καν ποιος ήταν ο Μιγκέλ Άνχελ Μπλάνκο (το πιο γνωστό θύμα της ΕΤΑ).
Η δολοφονία που συγκλόνισε την Ισπανία: γι’ αυτό 20 χρόνια από τον θάνατο του Μιγκέλ Άνχελ Μπλάνκο στα χέρια της ΕΤΑ προκαλούν μεγάλη διαμάχη τα αφιερώματα στη μνήμη του.
Δεν μπορεί να ζητάει κανείς από τις μεταγενέστερες γενιές να δίνουν μεγάλη σημασία σ’ αυτά που έζησε η δική μου γενιά. Άλλο είναι το καθήκον σήμερα: να δημιουργηθεί ένα κεφάλαιο μνήμης, ένας χώρος γεμάτος βιβλία, ταινίες, αρχειοθήκες, φωτογραφίες, μαρτυρίες… Ένας χώρος στον οποίο οι νέοι του μέλλοντος θα μπορούν να προσφεύγουν για να ψάχνουν απαντήσεις στις απορίες που θα μπορούσαν να έχουν.
Αυτό είναι κάτι που δεν μπορούμε να τους το αρνηθούμε, αλλά δεν μπορούμε να τους ζητάμε να σκέφτονται όπως θέλουμε εμείς να σκέφτονται.
Πιστεύετε πως αυτή η λήθη, εκτός από το ότι είναι κάτι φυσικό, μπορεί να είναι και υγιής;
Ναι, είναι πιθανό ότι υπάρχει και μια πλευρά υγιής στη λήθη όταν μας προστατεύει από παρορμητικά συναισθήματα όπως το μίσος και ο θυμός. Ωστόσο, είναι πολύ δύσκολο να θέσεις τα όρια.
Θα προτιμούσα βέβαια να τα έθετε η φύση.
Εξάλλου, δεν γνωρίζουμε αυτό που θα συμβεί στις επόμενες δεκαετίες. Ίσως συμβούν γεγονότα πιο ουσιώδη από ιστορική άποψη, ποιος ξέρει, που να κάνουν τις περασμένες δεκαετίες να φαίνονται ένα απλό προοίμιο. Δεν μπορούμε να το προσδιορίσουμε εκ των προτέρων.
Στον θύτη σίγουρα υπάρχει μια προστατευτική λήθη, μια λήθη που δεν του θυμίζει αυτό που έκανε ή που του επιτρέπει να ορίσει μια άλλη εκδοχή του συμβάντος, εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη εκδοχή.
Η συγνώμη είναι ένα από τα μεγάλα θέματα του μυθιστορήματός σας. Είναι δυνατή η συγνώμη, είναι επιθυμητή;
Η συγνώμη είναι κάτι προσωπικό, δεν μπορεί να οριστεί με νόμο. Η συγνώμη, για να αξίζει το όνομά της, πρέπει να είναι ειλικρινής, είναι ασύμβατη με ένα αίτημα αφηρημένο και ευκαιριακό, στη μέση μιας πλατείας, με φωτογράφους και τηλεοπτικές κάμερες. Αυτό είναι θέατρο και δεν βοηθά στη συγνώμη.
Ούτε μια γενικόλογη συγνώμη μού μοιάζει αυθεντική. Η συγνώμη είναι κάτι ιδιαίτερο, υπόθεση λεπτή και προσωπική.
Εγώ μίλησα με θύματα της τρομοκρατίας και κάποιοι δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για συγνώμη, το τελευταίο που θα επιθυμούσαν  θα ήταν να ξαναμπούν στις εφημερίδες. Ωστόσο, υπάρχουν άλλοι που όντως θα ήθελαν να τους ζητηθεί συγνώμη για να μπορέσουν να κλείσουν έναν κύκλο και για να μπορέσουν να μείνουν μόνοι με τον πόνο τους.
Η Καταλονία έχει προκηρύξει για την 1η Οκτωβρίου ένα δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία που κηρύχτηκε παράνομο από τη Δικαιοσύνη και την ισπανική κυβέρνηση.  Ο καταλανικός αυτονομισμός δεν φαίνεται ως τώρα να συνοδεύεται από φυσική βία, πολλοί όμως καταγγέλλουν πως εκείνη η καταλανική πλευρά που δεν τον υποστηρίζει νιώθει πιεσμένη, εξαναγκασμένη, εκφοβισμένη και πως στην πλειοψηφία της επιλέγει από φόβο τη σιωπή. Συμμερίζεστε αυτή την εικόνα;
Ναι, φυσικά. Είναι στη φύση κάθε εθνικισμού να επιβάλλει ένα φίλτρο από του οποίου τις τρύπες περνούν μόνο οι ‘πούροι’, οι ‘αυθεντικοί’, αυτοί που πραγματικά – πάντα σύμφωνα με την εθνικιστική νοοτροπία – αξίζουν να βρίσκονται σ’ αυτόν τον τόπο, αυτοί που αξίζουν να πατούν αυτή τη γη… Το όνειρό τους είναι να φτιάξουν έναν χώρο, ένα έθνος, για τους εαυτούς τους.
Ο εθνικισμός μπορεί να είναι επεκτατικός, όπως ήταν ο ναζισμός, ή μπορεί να είναι αναδιπλούμενος, όπως ο βασκικός ή ο καταλανικός.
Αυτός ο δεύτερος προσπαθεί να φράξει τον κήπο, να βάλει τα συνοράκια του ώστε να μείνουν μόνοι, με τη γλώσσα τους, τις παραδόσεις τους, και τα λοιπά.
Και όλοι με τους οποίους δεν συμφωνεί ή που δεν εναρμονίζονται με αυτή την ανθρώπινη τοπιογραφία πρέπει να αποβληθούν από την κοινωνία, ήδη γίνεται στην κυριολεξία, πετάγοντάς τους έξω ή περιορίζοντάς τους στη σιωπή.
Όμως στην Καταλονία δεν υπάρχει ένα ένοπλο κίνημα που να υποστηρίζει την ανεξαρτησία δια της φυσικής βίας όπως υπήρχε στη Χώρα των Βάσκων…
Ευτυχώς οι Καταλανοί δεν έχουν πέσει, ακόμη, στο πηγάδι της βίας. Ωστόσο, χρειάζεται μεγάλη προσοχή.
Το «Μάζα και εξουσία», ένα βιβλίο στο οποίο ο Ελίας Κανέτι μελετά διεξοδικά τις ανθρώπινες συμπεριφορές στην κοινωνία, στη μάζα, στα πλήθη, δείχνει ότι εκεί όπου συσσωρεύονται εντάσεις – και στην Καταλονία έχουν συσσωρευτεί πολλές εντάσεις – αρκεί μια μικρή αφορμή για να εξαπολυθεί γενικευμένη βία.
Αυτός είναι ο μεγάλος φόβος μου σχετικά με την Καταλονία.
Το είδαμε στην Αραβική Άνοιξη: ξεκίνησε επειδή ένας μανάβης αυτοπυρπολήθηκε στην Τύνιδα. Αυτό το γεγονός που εκ πρώτης όψεως φαίνεται μικρό και περιορισμένο σε ένα μόνο άτομο πυροδότησε στην Τύνιδα και σε άλλες χώρες μια τεράστια καταστροφή. Η βενζίνη έχει ήδη χυθεί και αρκεί μια σπίθα για να πάρει φωτιά.
Ο μεγάλος μου φόβος είναι μήπως συμβεί κάτι τέτοιο στην Καταλονία.



BBC, 22-24 Σεπτεμβρίου 2017

[Μετάφραση από τα ισπανικά: Παναγιώτης Αλεξανδρίδης]
Συνέχεια →

Ετικέτες